Κυριακή των Βαΐων
Την τελευταία χρονιά που ο Χριστός πήγαινε μαζί με τους μαθητές του στα Ιεροσόλυμα, για τη μεγάλη γιορτή των Ισραηλιτών, το Πάσχα, ο λαός τον υποδέχτηκε θερμά.
Ο Ιησούς μπήκε στην πόλη καθισμένος σ'ένα μικρό γαϊδουράκι, που στην ράχη του δεν κάθισε ποτέ κανείς.
Στα Ιεροσόλυμα τις μέρες εκείνες πλήθος λαού βρισκόταν για να γιορτάσει το Πάσχα. Είχαν πληροφορηθεί πολλοί άνθρωποι την Ανάσταση του Λαζάρου και τον ερχομό του Ιησού. Ετοιμάστηκαν λοιπόν και τον υποδέχτηκαν σαν βασιλιά στρώνοντας στον δρόμο κλαδιά από φοίνικες και τα ρούχα τους. Άλλοι σκαρφάλωναν στα δέντρα για να Τον δουν κι άλλοι κουνούσαν κλαδιά και τον επευφημούσαν.
Ενώ όμως το πρωινό ξεκίνησε ένδοξο, το βράδυ της Κυριακής των Βαΐων η Εκκλησία πενθεί. Ο Χριστός βαδίζει προς το "εκούσιον πάθος". Οι εκκλησίες στολίζονται πένθιμα, κι οι ιερείς φορούν μαύρα ή μοβ άμφια. Τα φώτα είναι λίγα και οι ψάλτες ψάλλουν αργά, ρυθμικά και ευλαβικά:
"Ιδού, ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός, και μακάριος ο δούλος, ον ευρήσει γρηγορούντα. Ανάξιος δε πάλιν ον ευρήσει ραθυμούντα. Βλέπε ουν, ψυχή μου, μη τω ύπνω κατενεχθείς, ίνα μη τω θανάτω παραδοθείς και της βασιλείας έξω κλεισθείς. Αλλά ανάνηψον κράζουσα· Άγιος, Άγιος, Άγιος ει ο Θεός ημών, διά της Θεοτόκου ελέησον ημάς"
δηλαδή:
"Δείτε, έρχεται ο Νυμφίος μεσάνυχτα, και καλότυχος ο δούλος, που θα τον βρει ξύπνιο, αλλά ανάξιος εκείνος που θα τον βρει να τεμπελιάζει. Πρόσεχε λοιπόν, ψυχή μου, μην αφεθείς στον ύπνο, για να μην παραδοθείς στο θάνατο και κλειστείς έξω από τη βασιλεία. Αλλά σήκω και φώναξε: Είσαι Άγιος, Άγιος, Άγιος, Θεέ μας, μέσω της Θεοτόκου ελέησέ μας"
Τότε ο ιερέας βγάζει από το Άγιο Βήμα την εικόνα του Θεανθρώπου, με το πονεμένο πρόσωπο και το ακάνθινο στεφάνι στα μαλλιά, με την κόκκινη χλαμύδα στους ώμους κι ένα καλάμι στα χέρια. Την τοποθετεί στο κέντρο του ναού. Παραμένει στο κέντρο του ναού μέχρι την Μεγάλη Πέμπτη.
Ο Ιησούς μπήκε στην πόλη καθισμένος σ'ένα μικρό γαϊδουράκι, που στην ράχη του δεν κάθισε ποτέ κανείς.
Στα Ιεροσόλυμα τις μέρες εκείνες πλήθος λαού βρισκόταν για να γιορτάσει το Πάσχα. Είχαν πληροφορηθεί πολλοί άνθρωποι την Ανάσταση του Λαζάρου και τον ερχομό του Ιησού. Ετοιμάστηκαν λοιπόν και τον υποδέχτηκαν σαν βασιλιά στρώνοντας στον δρόμο κλαδιά από φοίνικες και τα ρούχα τους. Άλλοι σκαρφάλωναν στα δέντρα για να Τον δουν κι άλλοι κουνούσαν κλαδιά και τον επευφημούσαν.
Ενώ όμως το πρωινό ξεκίνησε ένδοξο, το βράδυ της Κυριακής των Βαΐων η Εκκλησία πενθεί. Ο Χριστός βαδίζει προς το "εκούσιον πάθος". Οι εκκλησίες στολίζονται πένθιμα, κι οι ιερείς φορούν μαύρα ή μοβ άμφια. Τα φώτα είναι λίγα και οι ψάλτες ψάλλουν αργά, ρυθμικά και ευλαβικά:
"Ιδού, ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός, και μακάριος ο δούλος, ον ευρήσει γρηγορούντα. Ανάξιος δε πάλιν ον ευρήσει ραθυμούντα. Βλέπε ουν, ψυχή μου, μη τω ύπνω κατενεχθείς, ίνα μη τω θανάτω παραδοθείς και της βασιλείας έξω κλεισθείς. Αλλά ανάνηψον κράζουσα· Άγιος, Άγιος, Άγιος ει ο Θεός ημών, διά της Θεοτόκου ελέησον ημάς"
δηλαδή:
"Δείτε, έρχεται ο Νυμφίος μεσάνυχτα, και καλότυχος ο δούλος, που θα τον βρει ξύπνιο, αλλά ανάξιος εκείνος που θα τον βρει να τεμπελιάζει. Πρόσεχε λοιπόν, ψυχή μου, μην αφεθείς στον ύπνο, για να μην παραδοθείς στο θάνατο και κλειστείς έξω από τη βασιλεία. Αλλά σήκω και φώναξε: Είσαι Άγιος, Άγιος, Άγιος, Θεέ μας, μέσω της Θεοτόκου ελέησέ μας"
Τότε ο ιερέας βγάζει από το Άγιο Βήμα την εικόνα του Θεανθρώπου, με το πονεμένο πρόσωπο και το ακάνθινο στεφάνι στα μαλλιά, με την κόκκινη χλαμύδα στους ώμους κι ένα καλάμι στα χέρια. Την τοποθετεί στο κέντρο του ναού. Παραμένει στο κέντρο του ναού μέχρι την Μεγάλη Πέμπτη.
Μεγάλη Δευτέρα
Η Εκκλησία ξεκινώντας τις ακολουθίες της, καλεί τους πιστούς να προετοιμαστούν πνευματικά. Ο άνθρωπος, αν θέλει να κερδίσει τη βασιλεία του Θεού, πρέπει ν'αποφύγει στη ζωή του την κακία, την έχθρα, το μίσος και να κάνει στη ζωή του μόνο έργα αγάπης και αρετής.
Γι'αυτό τη Μεγάλη Δευτέρα γιορτάζουμε δύο πράγματα:
Πρώτα θυμόμαστε τον Ιωσήφ, ο οποίος κατατρεγμένος και δυστυχής, αποφεύγει την αμαρτία. Έτσι γίνεται ελπίδα για την οικογένειά του και η σωφροσύνη και το μυαλό του σώζουν την ψυχή του.
Έπειτα τονίζεται η ξηραμένη συκιά που δηλώνει την Εβραϊκή συναγωγή. Ο Χριστός την ξηραίνει, όπως ξηραίνονται και μαραζώνουν πνευματικά οι άνθρωποι που, αν και Τον γνωρίζουν, δεν Τον αναγνωρίζουν ως Σωτήρα και Λυτρωτή της ζωής τους.
Γι'αυτό τη Μεγάλη Δευτέρα γιορτάζουμε δύο πράγματα:
Πρώτα θυμόμαστε τον Ιωσήφ, ο οποίος κατατρεγμένος και δυστυχής, αποφεύγει την αμαρτία. Έτσι γίνεται ελπίδα για την οικογένειά του και η σωφροσύνη και το μυαλό του σώζουν την ψυχή του.
Έπειτα τονίζεται η ξηραμένη συκιά που δηλώνει την Εβραϊκή συναγωγή. Ο Χριστός την ξηραίνει, όπως ξηραίνονται και μαραζώνουν πνευματικά οι άνθρωποι που, αν και Τον γνωρίζουν, δεν Τον αναγνωρίζουν ως Σωτήρα και Λυτρωτή της ζωής τους.
Μεγάλη Τρίτη
Ένα εξαιρετικά σημαντικό γεγονός κυριαρχεί τη Μεγάλη Τρίτη στην Εκκλησία. Η μετάνοια μιας αμαρτωλής γυναίκας. Μια απλή γυναίκα πλησιάζει τον Χριστό και χύνει στα πόδια Του μύρα αγάπης και δάκρυα μετάνοιας.
Όταν μετανιώνουμε πραγματικά και λυπόμαστε για κάποια πράξη μας, ο Χριστός πάντα μας δέχεται με ανοιχτή αγκαλιά. Έτσι δέχτηκε κι αυτή τη γυναίκα και την λύτρωσε από τη θλίψη και την στενοχώρια.
Ακόμη αυτήν την ημέρα θυμόμαστε την παραβολή των 10 παρθένων, όπου οι 5 βρίσκονταν σ'ετοιμότητα και περίμεναν πάντα τον Κύριο, ενώ οι άλλες 5 είχαν ξεχαστεί και δεν ήταν έτοιμες. Την ίδια μέρα ακούμε στην Εκκλησία να ψάλλεται το πολύ γνωστό τροπάριο της Κασσιανής.
"Τήν ὥρα, ψυχή, τοῦ τέλους ἐννοήσασα καί τήν ἐκκοπήν τῆς συκῆς δειλιάσασα, τό δοθέν σοι τάλαντον φιλοπόνως ἔργασαι, ταλαίπωρε, γρηγοροῦσα καί κράζουσα· Μή μείνωμεν ἔξω τοῦ νυμφῶνος Χριστοῦ".
Ἀφοῦ σκεφτεῖς, ψυχή μου, τήν ὥρα τοῦ τέλους (τῆς ἐπίγειας ζωῆς, δηλαδή τό θάνατο) καί φοβηθεῖς ἀπό τό πάθημα τῆς ἐκκοπῆς τῆς συκῆς, μέ φιλοπονία δούλεψε, ταλαίπωρη τό τάλαντο πού σοῦ ἐμπιστεύτηκε ὁ Θεός, μένοντας ἄγρυπνη καί κράζοντας· νά μή μείνουμε ἔξω ἀπό τό νυμφώνα τοῦ Χριστοῦ.
Όταν μετανιώνουμε πραγματικά και λυπόμαστε για κάποια πράξη μας, ο Χριστός πάντα μας δέχεται με ανοιχτή αγκαλιά. Έτσι δέχτηκε κι αυτή τη γυναίκα και την λύτρωσε από τη θλίψη και την στενοχώρια.
Ακόμη αυτήν την ημέρα θυμόμαστε την παραβολή των 10 παρθένων, όπου οι 5 βρίσκονταν σ'ετοιμότητα και περίμεναν πάντα τον Κύριο, ενώ οι άλλες 5 είχαν ξεχαστεί και δεν ήταν έτοιμες. Την ίδια μέρα ακούμε στην Εκκλησία να ψάλλεται το πολύ γνωστό τροπάριο της Κασσιανής.
"Τήν ὥρα, ψυχή, τοῦ τέλους ἐννοήσασα καί τήν ἐκκοπήν τῆς συκῆς δειλιάσασα, τό δοθέν σοι τάλαντον φιλοπόνως ἔργασαι, ταλαίπωρε, γρηγοροῦσα καί κράζουσα· Μή μείνωμεν ἔξω τοῦ νυμφῶνος Χριστοῦ".
Ἀφοῦ σκεφτεῖς, ψυχή μου, τήν ὥρα τοῦ τέλους (τῆς ἐπίγειας ζωῆς, δηλαδή τό θάνατο) καί φοβηθεῖς ἀπό τό πάθημα τῆς ἐκκοπῆς τῆς συκῆς, μέ φιλοπονία δούλεψε, ταλαίπωρη τό τάλαντο πού σοῦ ἐμπιστεύτηκε ὁ Θεός, μένοντας ἄγρυπνη καί κράζοντας· νά μή μείνουμε ἔξω ἀπό τό νυμφώνα τοῦ Χριστοῦ.
Μεγάλη Τετάρτη
Τη Μεγάλη Τετάρτη ( μέρα του Αγίου Μύρου) τιμάμε το μύρο που άλειψε ο Ιησούς στα πόδια των 12 μαθητών του, σκύβοντας ταπεινά μπροστά τους και δίνοντάς τους ένα μεγάλο παράδειγμα . Ο κάθε άνθρωπος πρέπει απλά και με αγάπη να "σκύβει' μπροστά στον συνάνθρωπό του, να τον αγαπά και να τον σέβεται.
«Υπέρ την πόρνην αγαθέ, ανομήσας, δακρύων όμβρους ουδαμώς σοι προσήξα, αλλά σιγή δεόμενος προσπίπτω σοι, πόθω ασπαζόμενος τους αχράντους σου πόδας, όπως μοι την άφεσιν, ως Δεσπότης, παράσχης των οφλημάτων, κράζοντι, Σωτήρ, εκ του βορβόρου των έργων μου ρύσαι με»
«Υπέρ την πόρνην αγαθέ, ανομήσας, δακρύων όμβρους ουδαμώς σοι προσήξα, αλλά σιγή δεόμενος προσπίπτω σοι, πόθω ασπαζόμενος τους αχράντους σου πόδας, όπως μοι την άφεσιν, ως Δεσπότης, παράσχης των οφλημάτων, κράζοντι, Σωτήρ, εκ του βορβόρου των έργων μου ρύσαι με»
Μεγάλη Πέμπτη
Ο Χριστός , όταν βρισκόταν στη Βηθανία με τους μαθητές Του, θέλησε να συμφάγουν και να συνεορτάσουν το τελευταίο βράδυ όλοι μαζί. Πραγματικά συγκεντρώθηκαν οι 12 μαθητές. Τότε ο Ιησούς γύρισε και τους είπε: " Ένας από εσάς σήμερα θα με προδώσει". Οι μαθητές ανησύχησαν και άρχισαν με αγωνία να Τον ρωτούν. Τότε ο Ιησούς τους ανακοίνωσε ότι Εκείνος προχωρεί προς τον λυτρωτικό θάνατο, σύμφωνα με τις προφητείες που έχουν γραφτεί γι'Αυτόν.
Ο Χριστός πήρε στα χέρια του τον άρτο, τον έκοψε σε κομμάτια και τον μοίρασε στους μαθητές λέγοντας : "Λάβετε φάγετε αυτό είναι το σώμα μου". Πήρε μετά το ποτήρι με το κρασί, ευχαρίστησε τον Πατέρα, έδωσε πάλι στους μαθητές λέγοντας: "Τούτο είναι το αίμα μου, με το οποίο επικυρώνεται η νέα διαθήκη και το οποίο χύνεται για τη σωτηρία των πολλών".
Σ'αυτό τον μυστικό Δείπνο, έγινε η πρώτη μετάληψη , με τον άρτο και τον οίνο, που μεταβάλλονται σε Σώμα και Αίμα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Μέσα στην ίδια βραδιά τα γεγονότα εξελίχθηκαν πολύ γρήγορα:
- Η προδοσία του Ιούδα: Ο Ιούδας, ένας από τους δώδεκα μαθητές του Χριστού συμφωνεί να τον παραδώσει στους αρχιερείς των Ιουδαίων παίρνοντας ως αμοιβή τριάντα αργύρια.
- Ο Μυστικός Δείπνος : Πέμπτη βράδυ, ο Ιησούς και οι δώδεκα μαθητές του συγκεντρώνονται για το τελευταίο δείπνο τους, κατά το οποίο ο Χριστός έπλυνε τα πόδια των μαθητών του και τους μοίρασε ψωμί και κρασί καθιερώνοντας το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Στο τέλος τους ανακοίνωσε ότι ένας από αυτούς επρόκειτο να τον προδώσει και έτσι ο Ιούδας έφυγε για να ολοκληρώσει το έργο του.
« Τὸν ἄρτον λαβών, εἰς χείρας ὁ προδότης, κρυφίως αὐτάς, ἐκτείνει καὶ λαμβάνει, τὴν τιμὴν τοῦ πλάσαντος, ταὶς οἰκείαις χερσὶ τὸν ἄνθρωπον, καὶ ἀδιόρθωτος ἔμεινεν, Ἰούδας ὁ δοῦλος καὶ δόλιος».
«Αφού ο προδότης πήρε τον Άρτο στα χέρια του, (μετά από λίγο) τα απλώνει κρυφά και παίρνει το αντίτιμο (για να παραδώσει) Εκείνον που με τα δικά του χέρια έπλασε τον άνθρωπο. Κι (έτσι) έμεινε αδιόρθωτος ο Ιούδας, ο δούλος στα πάθη του) και δόλιος».
- Η προσευχή στον κήπο της Γεθσημανή: Μετά το τέλος του Μυστικού Δείπνου, ο Ιησούς, συνοδευόμενος από τους μαθητές του, πήγε στο όρος των Ελαιών, όπου γνωρίζοντας τι επρόκειτο να συμβεί προσευχήθηκε στον κήπο της Γεθσημανή.
- Η σύλληψη του Ιησού: Ενώ ο Χριστός βρίσκεται στον κήπο της Γεθσημανή και προσεύχεται, εμφανίζεται ο Ιούδας συνοδευόμενους από Ρωμαίους στρατιώτες, που συλλαμβάνουν τον Ιησού, έπειτα από το φιλί και τον χαιρετισμό που του απευθύνει ο Ιούδας, όπως είχε συμφωνήσει προηγουμένως με τους αρχιερείς.
- Ο Ιησούς ενώπιον των αρχιερέων: Μετά τη σύλληψή του ο Χριστός οδηγείται ενώπιον του Άννα, ενός από τους αρχιερείς. Οι αρχιερείς, με επικεφαλή τον Καϊάφα ανέκριναν όλη την νύχτα τον Ιησού, και, αφού τον καταδίκασαν για βλασφημία, αποφάσισαν να τον παραπέμψουν στον Ρωμαίο διοικητή της Ιουδαίας Πόντιο Πιλάτο για να επικυρώσει την καταδίκη.
- Ο Ιησούς ενώπιον του Ποντίου Πιλάτου: Ο Ιησούς οδηγήθηκε έπειτα στον Πόντιο Πιλάτο . Εκείνος δεν βρίσκει καμία από τις κατηγορίες των αρχιερέων αρκετή για να καταδικάσει τον Ιησού. Οι αρχιερείς όμως επέμεναν και ο Πιλάτος άφησε τον οργισμένο όχλο που είχε μαζευτεί έξω ν'αποφασίσει για την τύχη του Ιησού. Έτσι καθώς ο όχλος ζητούσε τον θάνατο του Ιησού, ο Πιλάτος Τον παραδίδει στους Εβραίους για να Τον σταυρώσουν.
- Ο δρόμος προς τον Γολγοθά και η Σταύρωση: Το μεσημέρι της ίδιας μέρας ο Ιησούς βάδισε προς τον Γολγοθά κουβαλώντας τον Σταυρό στους ώμους του και υπομένοντας τις βρισιές και τα χτυπήματα του φανατισμένου πλήθους. Εκεί σταυρώθηκε μαζί με δυο ληστές. Η αγωνία του Χριστού κορυφώνεται στην προσευχή του. Η αγωνία, το μαρτύριο και ο σωματικός θάνατος του Κυρίου θλίβουν βαριά την ψυχή των μαθητών του και της μητέρας του. Τον βλέπουν να πάσχει σαν άνθρωπος. Οι ώρες περνούν θλιβερές και πένθιμες. Ο Χριστός πάνω στον Σταυρό λέει τα τελευταία του λόγια στον αγαπημένο του μαθητή Ιωάννη και στην Παναγία. Μόλις παρέδωσε το Πνεύμα, γέρνοντας το κεφάλι προς το πλάι, η γη ταράχτηκε, ο ουρανός σκοτίστηκε και " το καταπέτασμα του ναού σχίστηκε στα δύο".
«Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου, ὁ ἐν ὕδασι τὴν γὴν κρεμάσας. Στέφανον ἐξ ἀκανθῶν περιτίθεται, ὁ τῶν Ἀγγέλων Βασιλεύς. Ψευδὴ πορφύραν περιβάλλεται, ὁ περιβάλλων τὸν οὐρανὸν ἓν νεφέλαις. Ῥάπισμα κατεδέξατο, ὁ ἐν Ἰορδάνῃ ἐλευθερώσας τὸν Ἀδάμ. Ἦλοις προσηλώθη, ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας. Λόγχη ἐκεντήθη, ὁ Υἱὸς τῆς Παρθένου. Προσκυνούμέν σου τὰ Πάθη Χριστέ. Δεῖξον ἡμῖν, καὶ τὴν ἔνδοξόν σου Ἀνάστασιν»
«Σήμερα κρεμάται πάνω στο ξύλο (του Σταυρού) Εκείνος που πάνω στα νερά κρέμασε τη γη. Στεφάνι από αγκάθια φοράει στο κεφάλι ο Βασιλιάς των Αγγέλων, Ντύνεται με ψεύτικη βασιλική χλαμύδα, Αυτός που ντύνει με σύννεφα τον ουρανό, Δέχτηκε ράπισμα Εκείνος που (με το βάπτισμά Του) στον Ιορδάνη ελευθέρωσε τον Αδάμ (το ανθρώπινο γένος). Με καρφιά καρφώθηκε ο Νυμφίος της Εκκλησίας. Με λόγχη τρυπήθηκε ο υιός της Παρθένου. Προσκυνούμε τα Πάθη Σου, Χριστέ. Δείξε μας και την ένδοξη Ανάστασή Σου».
Ο Χριστός πήρε στα χέρια του τον άρτο, τον έκοψε σε κομμάτια και τον μοίρασε στους μαθητές λέγοντας : "Λάβετε φάγετε αυτό είναι το σώμα μου". Πήρε μετά το ποτήρι με το κρασί, ευχαρίστησε τον Πατέρα, έδωσε πάλι στους μαθητές λέγοντας: "Τούτο είναι το αίμα μου, με το οποίο επικυρώνεται η νέα διαθήκη και το οποίο χύνεται για τη σωτηρία των πολλών".
Σ'αυτό τον μυστικό Δείπνο, έγινε η πρώτη μετάληψη , με τον άρτο και τον οίνο, που μεταβάλλονται σε Σώμα και Αίμα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Μέσα στην ίδια βραδιά τα γεγονότα εξελίχθηκαν πολύ γρήγορα:
- Η προδοσία του Ιούδα: Ο Ιούδας, ένας από τους δώδεκα μαθητές του Χριστού συμφωνεί να τον παραδώσει στους αρχιερείς των Ιουδαίων παίρνοντας ως αμοιβή τριάντα αργύρια.
- Ο Μυστικός Δείπνος : Πέμπτη βράδυ, ο Ιησούς και οι δώδεκα μαθητές του συγκεντρώνονται για το τελευταίο δείπνο τους, κατά το οποίο ο Χριστός έπλυνε τα πόδια των μαθητών του και τους μοίρασε ψωμί και κρασί καθιερώνοντας το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Στο τέλος τους ανακοίνωσε ότι ένας από αυτούς επρόκειτο να τον προδώσει και έτσι ο Ιούδας έφυγε για να ολοκληρώσει το έργο του.
« Τὸν ἄρτον λαβών, εἰς χείρας ὁ προδότης, κρυφίως αὐτάς, ἐκτείνει καὶ λαμβάνει, τὴν τιμὴν τοῦ πλάσαντος, ταὶς οἰκείαις χερσὶ τὸν ἄνθρωπον, καὶ ἀδιόρθωτος ἔμεινεν, Ἰούδας ὁ δοῦλος καὶ δόλιος».
«Αφού ο προδότης πήρε τον Άρτο στα χέρια του, (μετά από λίγο) τα απλώνει κρυφά και παίρνει το αντίτιμο (για να παραδώσει) Εκείνον που με τα δικά του χέρια έπλασε τον άνθρωπο. Κι (έτσι) έμεινε αδιόρθωτος ο Ιούδας, ο δούλος στα πάθη του) και δόλιος».
- Η προσευχή στον κήπο της Γεθσημανή: Μετά το τέλος του Μυστικού Δείπνου, ο Ιησούς, συνοδευόμενος από τους μαθητές του, πήγε στο όρος των Ελαιών, όπου γνωρίζοντας τι επρόκειτο να συμβεί προσευχήθηκε στον κήπο της Γεθσημανή.
- Η σύλληψη του Ιησού: Ενώ ο Χριστός βρίσκεται στον κήπο της Γεθσημανή και προσεύχεται, εμφανίζεται ο Ιούδας συνοδευόμενους από Ρωμαίους στρατιώτες, που συλλαμβάνουν τον Ιησού, έπειτα από το φιλί και τον χαιρετισμό που του απευθύνει ο Ιούδας, όπως είχε συμφωνήσει προηγουμένως με τους αρχιερείς.
- Ο Ιησούς ενώπιον των αρχιερέων: Μετά τη σύλληψή του ο Χριστός οδηγείται ενώπιον του Άννα, ενός από τους αρχιερείς. Οι αρχιερείς, με επικεφαλή τον Καϊάφα ανέκριναν όλη την νύχτα τον Ιησού, και, αφού τον καταδίκασαν για βλασφημία, αποφάσισαν να τον παραπέμψουν στον Ρωμαίο διοικητή της Ιουδαίας Πόντιο Πιλάτο για να επικυρώσει την καταδίκη.
- Ο Ιησούς ενώπιον του Ποντίου Πιλάτου: Ο Ιησούς οδηγήθηκε έπειτα στον Πόντιο Πιλάτο . Εκείνος δεν βρίσκει καμία από τις κατηγορίες των αρχιερέων αρκετή για να καταδικάσει τον Ιησού. Οι αρχιερείς όμως επέμεναν και ο Πιλάτος άφησε τον οργισμένο όχλο που είχε μαζευτεί έξω ν'αποφασίσει για την τύχη του Ιησού. Έτσι καθώς ο όχλος ζητούσε τον θάνατο του Ιησού, ο Πιλάτος Τον παραδίδει στους Εβραίους για να Τον σταυρώσουν.
- Ο δρόμος προς τον Γολγοθά και η Σταύρωση: Το μεσημέρι της ίδιας μέρας ο Ιησούς βάδισε προς τον Γολγοθά κουβαλώντας τον Σταυρό στους ώμους του και υπομένοντας τις βρισιές και τα χτυπήματα του φανατισμένου πλήθους. Εκεί σταυρώθηκε μαζί με δυο ληστές. Η αγωνία του Χριστού κορυφώνεται στην προσευχή του. Η αγωνία, το μαρτύριο και ο σωματικός θάνατος του Κυρίου θλίβουν βαριά την ψυχή των μαθητών του και της μητέρας του. Τον βλέπουν να πάσχει σαν άνθρωπος. Οι ώρες περνούν θλιβερές και πένθιμες. Ο Χριστός πάνω στον Σταυρό λέει τα τελευταία του λόγια στον αγαπημένο του μαθητή Ιωάννη και στην Παναγία. Μόλις παρέδωσε το Πνεύμα, γέρνοντας το κεφάλι προς το πλάι, η γη ταράχτηκε, ο ουρανός σκοτίστηκε και " το καταπέτασμα του ναού σχίστηκε στα δύο".
«Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου, ὁ ἐν ὕδασι τὴν γὴν κρεμάσας. Στέφανον ἐξ ἀκανθῶν περιτίθεται, ὁ τῶν Ἀγγέλων Βασιλεύς. Ψευδὴ πορφύραν περιβάλλεται, ὁ περιβάλλων τὸν οὐρανὸν ἓν νεφέλαις. Ῥάπισμα κατεδέξατο, ὁ ἐν Ἰορδάνῃ ἐλευθερώσας τὸν Ἀδάμ. Ἦλοις προσηλώθη, ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας. Λόγχη ἐκεντήθη, ὁ Υἱὸς τῆς Παρθένου. Προσκυνούμέν σου τὰ Πάθη Χριστέ. Δεῖξον ἡμῖν, καὶ τὴν ἔνδοξόν σου Ἀνάστασιν»
«Σήμερα κρεμάται πάνω στο ξύλο (του Σταυρού) Εκείνος που πάνω στα νερά κρέμασε τη γη. Στεφάνι από αγκάθια φοράει στο κεφάλι ο Βασιλιάς των Αγγέλων, Ντύνεται με ψεύτικη βασιλική χλαμύδα, Αυτός που ντύνει με σύννεφα τον ουρανό, Δέχτηκε ράπισμα Εκείνος που (με το βάπτισμά Του) στον Ιορδάνη ελευθέρωσε τον Αδάμ (το ανθρώπινο γένος). Με καρφιά καρφώθηκε ο Νυμφίος της Εκκλησίας. Με λόγχη τρυπήθηκε ο υιός της Παρθένου. Προσκυνούμε τα Πάθη Σου, Χριστέ. Δείξε μας και την ένδοξη Ανάστασή Σου».
Μεγάλη Παρασκευή
Οι καμπάνες χτυπούν πένθιμα απ’ τα χαράματα της Μεγάλης Παρασκευής. Κανείς δε σκέφτεται να δουλέψει. Όλοι νηστεύουν αυστηρά, μερικοί πίνουν μόνο νερό και ξίδι. Τσουκάλι δεν μπαίνει στη φωτιά. Τα κορίτσια και οι νεαρές γυναίκες κάθε ενορίας έχουν ξενυχτήσει στολίζοντας τον Επιτάφιο με άφθονα λουλούδια.
Το πρωί γίνεται η ακολουθία της Αποκαθήλωσης. Έτσι , όπως ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία, παίρνοντας την άδεια από τον Πιλάτο, κατέβασε το σώμα του Χριστού μας από το Σταυρό, το τύλιξε σε καθαρό σεντόνι και το έβαλε στον τάφο, που είχε φτιάξει για τον ίδιο, στον κήπο του σπιτιού του.
Το άνοιγμα του τάφου το έκλεισαν με μια μεγάλη πέτρα και οι αρχιερείς ζήτησαν από τον Πιλάτο να βάλει φρουρούς απ’ έξω, γιατί είχαν το φόβο μήπως οι μαθητές του Χριστού κλέψουν το σώμα Του και διαδώσουν ύστερα πως αναστήθηκε.
Στην εκκλησία οι παπάδες κατεβάζουν μέσα σε γενική σιωπή και κατάνυξη το Σταυρωμένο Χριστό και αποθέτουν ( βάζουν – τοποθετούν ) το σώμα Του στο καταστόλιστο κουβούκλιο του Επιτάφιου. Όλοι θα περάσουν να το ασπαστούν, μα οι γυναίκες και πιο πολύ τα παιδιά, περνούν τρεις φορές από κάτω απ’ το κουβούκλιο, «για να τους πιάσει η χάρη».
Οι καμπάνες δεν παύουν να χτυπούν λυπητερά. Μόλις σουρουπώσει, καλούν τους πιστούς για την Ακολουθία του Επιτάφιου Θρήνου. Ψάλλονται τα εγκώμια: το «αι Γενεαί αι πάσαι», το «η Ζωή εν Τάφω» και το «Άξιον εστί». Αμέσως μετά αρχίζει η περιφορά του Επιτάφιου. Μπροστά τα εξαπτέρυγα κι ο Σταυρός – άδειος πια – το κουβούκλιο με τον Επιτάφιο, οι παπάδες και παραπίσω το πλήθος μ’ αναμμένες λαμπάδες. Ψέλνουν αποσπάσματα από τα εγκώμια και στα σταυροδρόμια και τις πλατείες σταματούν για να ψάλουν μια δέηση.
«Ἐξηγόρασας ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου τῷ τιμίῳ σου αἵματι· τῷ σταυρῷ προσηλωθείς καί τῇ λόγχῃ κεντηθείς τήν ἀθανασίαν ἐπήγασας ἀνθρώποις· Σωτήρ ἡμῶν, δόξα σοι».
Μᾶς ἐξαγόρασες ἀπό τήν κατάρα τοῦ νόμου μέ τό δικό σου τίμιο αἷμα· ἀφοῦ καρφώθηκες στό σταυρό καί τρυπήθηκες διά τῆς λόγχης, πήγασες ἀθανασία στούς ἀνθρώπους· Σωτήρα μας, δόξα σοι.
Το πρωί γίνεται η ακολουθία της Αποκαθήλωσης. Έτσι , όπως ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία, παίρνοντας την άδεια από τον Πιλάτο, κατέβασε το σώμα του Χριστού μας από το Σταυρό, το τύλιξε σε καθαρό σεντόνι και το έβαλε στον τάφο, που είχε φτιάξει για τον ίδιο, στον κήπο του σπιτιού του.
Το άνοιγμα του τάφου το έκλεισαν με μια μεγάλη πέτρα και οι αρχιερείς ζήτησαν από τον Πιλάτο να βάλει φρουρούς απ’ έξω, γιατί είχαν το φόβο μήπως οι μαθητές του Χριστού κλέψουν το σώμα Του και διαδώσουν ύστερα πως αναστήθηκε.
Στην εκκλησία οι παπάδες κατεβάζουν μέσα σε γενική σιωπή και κατάνυξη το Σταυρωμένο Χριστό και αποθέτουν ( βάζουν – τοποθετούν ) το σώμα Του στο καταστόλιστο κουβούκλιο του Επιτάφιου. Όλοι θα περάσουν να το ασπαστούν, μα οι γυναίκες και πιο πολύ τα παιδιά, περνούν τρεις φορές από κάτω απ’ το κουβούκλιο, «για να τους πιάσει η χάρη».
Οι καμπάνες δεν παύουν να χτυπούν λυπητερά. Μόλις σουρουπώσει, καλούν τους πιστούς για την Ακολουθία του Επιτάφιου Θρήνου. Ψάλλονται τα εγκώμια: το «αι Γενεαί αι πάσαι», το «η Ζωή εν Τάφω» και το «Άξιον εστί». Αμέσως μετά αρχίζει η περιφορά του Επιτάφιου. Μπροστά τα εξαπτέρυγα κι ο Σταυρός – άδειος πια – το κουβούκλιο με τον Επιτάφιο, οι παπάδες και παραπίσω το πλήθος μ’ αναμμένες λαμπάδες. Ψέλνουν αποσπάσματα από τα εγκώμια και στα σταυροδρόμια και τις πλατείες σταματούν για να ψάλουν μια δέηση.
«Ἐξηγόρασας ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου τῷ τιμίῳ σου αἵματι· τῷ σταυρῷ προσηλωθείς καί τῇ λόγχῃ κεντηθείς τήν ἀθανασίαν ἐπήγασας ἀνθρώποις· Σωτήρ ἡμῶν, δόξα σοι».
Μᾶς ἐξαγόρασες ἀπό τήν κατάρα τοῦ νόμου μέ τό δικό σου τίμιο αἷμα· ἀφοῦ καρφώθηκες στό σταυρό καί τρυπήθηκες διά τῆς λόγχης, πήγασες ἀθανασία στούς ἀνθρώπους· Σωτήρα μας, δόξα σοι.
Μεγάλο Σάββατο
Μεγάλο Σάββατο βράδυ. Οι εκκλησίες ολόφωτες μαζεύουν τους πιστούς για να γιορτάσουν την Ανάσταση. Οι ύμνοι που ακούγονται είναι έντονα λαμπροί και εορταστικοί. Λίγα λεπτά σιγής και αναμονής φέρνουν το Άγιο Φως. Η Ωραία Πύλη ανοίγει και ο ιερέας προβάλλει με αναμμένη τη λαμπάδα. "Δεύτε λάβετε φως".
Μικροί και μεγάλοι πλησιάζουν ευλαβικά με τις εορταστικές τους λαμπάδες και παίρνουν φως από το φως του, που συμβολίζει το ανέσπερο φως, το φως που δεν σβήνει ποτέ, δηλαδή τον Χριστό.
Οι ιερείς κρατώντας στα χέρια το Ιερό Ευαγγέλιο βγαίνουν από τον ναό, και μαζί ακολουθούν οι πιστοί.
Το Ευαγγέλιο λέει για την πορεία των μυροφόρων προς τον Τάφο, την έκπληξή τους μπροστά στο κενό μνημείο, τη συνομιλία τους με τον άγγελο. Και ο ιερέας αναφωνεί: "Χριστός Ανέστη !"
Μικροί και μεγάλοι πλησιάζουν ευλαβικά με τις εορταστικές τους λαμπάδες και παίρνουν φως από το φως του, που συμβολίζει το ανέσπερο φως, το φως που δεν σβήνει ποτέ, δηλαδή τον Χριστό.
Οι ιερείς κρατώντας στα χέρια το Ιερό Ευαγγέλιο βγαίνουν από τον ναό, και μαζί ακολουθούν οι πιστοί.
Το Ευαγγέλιο λέει για την πορεία των μυροφόρων προς τον Τάφο, την έκπληξή τους μπροστά στο κενό μνημείο, τη συνομιλία τους με τον άγγελο. Και ο ιερέας αναφωνεί: "Χριστός Ανέστη !"
Αναστάσιμη προσευχή
Χριστός Ανέστη εκ νεκρών,
θανάτω θάνατον πατήσας,
και τοις εν τοις μνήμασι
ζωήν χαρισάμενος.
Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι,
προσκυνήσωμεν Άγιον Κύριον Ιησούν, τον μόνον αναμάρτητον.
Τον σταυρόν σου, Χριστέ, προσκυνούμεν και την αγίαν σου ανάστασιν υμνούμεν και δοξάζομεν.
Σύ γαρ ει Θεός ημών, εκτός σου άλλον ουκ οίδαμεν,
το όνομά σου ονομάζομεν.
Δεύτε πάντες οι πιστοί προσκυνήσωμεν την του Χριστού αγίαν ανάστασιν.
Ιδού γάρ ήλθε δια του σταυρού χαρά εν όλω τω κόσμω.
Διά παντός ευλογούμεν τον Κύριον, υμνούμεν την ανάστασιν αυτού.
Σταυρόν γάρ υπομείνας δι’ημάς, θανάτω θάνατον ώλεσεν.
Αναστάς ο Ιησούς από του τάφου, καθώς προείπεν, έδωκεν ημίν την αιώνιον ζωήν και μέγα έλεος.
θανάτω θάνατον πατήσας,
και τοις εν τοις μνήμασι
ζωήν χαρισάμενος.
Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι,
προσκυνήσωμεν Άγιον Κύριον Ιησούν, τον μόνον αναμάρτητον.
Τον σταυρόν σου, Χριστέ, προσκυνούμεν και την αγίαν σου ανάστασιν υμνούμεν και δοξάζομεν.
Σύ γαρ ει Θεός ημών, εκτός σου άλλον ουκ οίδαμεν,
το όνομά σου ονομάζομεν.
Δεύτε πάντες οι πιστοί προσκυνήσωμεν την του Χριστού αγίαν ανάστασιν.
Ιδού γάρ ήλθε δια του σταυρού χαρά εν όλω τω κόσμω.
Διά παντός ευλογούμεν τον Κύριον, υμνούμεν την ανάστασιν αυτού.
Σταυρόν γάρ υπομείνας δι’ημάς, θανάτω θάνατον ώλεσεν.
Αναστάς ο Ιησούς από του τάφου, καθώς προείπεν, έδωκεν ημίν την αιώνιον ζωήν και μέγα έλεος.
"Ό,τι είχε βαθιά ανθρώπινο ο Χριστός μας βοηθάει να τον καταλάβουμε και να τον αγαπήσουμε και να παρακολουθούμε τα Πάθη του, σαν να ’ταν δικά μας πάθη. Αν δεν είχε μέσα του το ζεστό ανθρώπινο στοιχείο, δε θα μπορούσε ποτέ με τόση σιγουράδα και τρυφερότητα ν’ αγγίξει την καρδιά μας.
Αγωνιζόμαστε κι εμείς, τον βλέπουμε κι αυτόν ν’ αγωνίζεται και παίρνουμε κουράγιο· βλέπουμε, δεν είμαστε ολομόναχοι στον κόσμο, αγωνίζεται κι αυτός μαζί μας.
Η κάθε στιγμή του Χριστού είναι αγώνας και νίκη. Νίκησε την ακαταμάχητη γοητεία της απλής ανθρώπινης χαράς, νίκησε όλους τους πειρασμούς, μετουσίωνε ολοένα τη σάρκα σε πνέμα κι ανηφόριζε. Κάθε εμπόδιο στην πορεία του γίνουνταν αφορμή κι ορόσημο νίκης· έχουμε πια ένα πρότυπο μπροστά μας που μας ανοίγει το δρόμο και μας δίνει κουράγιο".
[ Νίκος Καζαντζάκης, ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΓΚΡΕΚΟ ]
Αγωνιζόμαστε κι εμείς, τον βλέπουμε κι αυτόν ν’ αγωνίζεται και παίρνουμε κουράγιο· βλέπουμε, δεν είμαστε ολομόναχοι στον κόσμο, αγωνίζεται κι αυτός μαζί μας.
Η κάθε στιγμή του Χριστού είναι αγώνας και νίκη. Νίκησε την ακαταμάχητη γοητεία της απλής ανθρώπινης χαράς, νίκησε όλους τους πειρασμούς, μετουσίωνε ολοένα τη σάρκα σε πνέμα κι ανηφόριζε. Κάθε εμπόδιο στην πορεία του γίνουνταν αφορμή κι ορόσημο νίκης· έχουμε πια ένα πρότυπο μπροστά μας που μας ανοίγει το δρόμο και μας δίνει κουράγιο".
[ Νίκος Καζαντζάκης, ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΓΚΡΕΚΟ ]