ΑΠΟΚΡΙΑ
Αποκριά σημαίνει μακριά από το κρέας (εκκλησιαστικά). Είναι η περίοδος προετοιμασίας του ανθρώπου, ψυχικής και σωματικής, για βιώσει το Θείο Πάθος και την ανάσταση του Σωτήρα Χριστού..
Περιλαμβάνει τις τρεις εβδομάδες πριν από την Μεγάλη Σαρακοστή, που μας ανοίγει το Τριώδιο. Η περίοδος αυτή προσδιορίζεται από τις Κυριακές του «Τελώνου και Φαρισαίου», του «Ασώτου», των «Απόκρεω» (Κρεατινή) και της «Τυρινής». Η Μεγάλη Σαρακοστή ξεκινά από την Καθαρά Δευτέρα.
Αποκριά κατά την παράδοση συνδυάζεται με το έθιμο του «Καρνάβαλου» . Είναι έθιμο του γλεντιού και του «μασκαρέματος».
Σε όλες σχεδόν τις περιοχές της πατρίδας μας γιορτάζονταν οι Αποκριές με τον ίδιο τρόπο, με μικρές διαφορές ή παραλλαγές από περιοχή σε περιοχή.
Αποκριά σημαίνει μακριά από το κρέας (εκκλησιαστικά). Είναι η περίοδος προετοιμασίας του ανθρώπου, ψυχικής και σωματικής, για βιώσει το Θείο Πάθος και την ανάσταση του Σωτήρα Χριστού..
Περιλαμβάνει τις τρεις εβδομάδες πριν από την Μεγάλη Σαρακοστή, που μας ανοίγει το Τριώδιο. Η περίοδος αυτή προσδιορίζεται από τις Κυριακές του «Τελώνου και Φαρισαίου», του «Ασώτου», των «Απόκρεω» (Κρεατινή) και της «Τυρινής». Η Μεγάλη Σαρακοστή ξεκινά από την Καθαρά Δευτέρα.
Αποκριά κατά την παράδοση συνδυάζεται με το έθιμο του «Καρνάβαλου» . Είναι έθιμο του γλεντιού και του «μασκαρέματος».
Σε όλες σχεδόν τις περιοχές της πατρίδας μας γιορτάζονταν οι Αποκριές με τον ίδιο τρόπο, με μικρές διαφορές ή παραλλαγές από περιοχή σε περιοχή.
ΦΑΓΗΤΑ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΙΑΣ
Μια εβδομάδα πριν από την Τσικνοπέμπτη, με το άνοιγμα του Τριωδίου ξεκινούσε η διαδικασία της σφαγής των γουρουνιών, τα χοιροσφάγια. Γι’αυτό η εβδομάδα αυτή και σφαγαριά ονομαζόταν.
Στα παλιά εκείνα τα χρόνια, κάθε σπίτι έτρεφε για ένα χρόνο το γουρουνόπουλό του. Ένα καλό γουρούνι για «χοιροσφαγή» έφτανε τις 100 με 150 κιλά. Όλο το χρόνο ταϊζόταν με καλαμπόκι, πίτουρα, άγρια αχλάδια, βελανίδια και αποφάγια του σπιτιού (παμφάγο).
Το σφάξιμο του γουρουνιού ήταν γιορτή για όλο το χωριό.
Αφού το έψηναν ο πρώτος μεζές στα κάρβουνα ηταν ο «καρούτσαφλος», (ο λάρυγγας, το καρύδι δηλ. του χοιρινού) συνοδευόμενος από κρασί, και τα «χρόνια πολλά». Από δω, ίσως βγήκε, και η παροιμιακή φράση «θα σου φάω τον καρούτσαφλο ή το λαρύγγι».
Οι γυναίκες ετοίμαζαν και το συκώτι του γουρουνιού με ψιλοκομμένο κρεμμύδι, έναν πολύ νόστιμο μεζέ, αλλά και την «οματιά».
Η οματιά ήταν τα χοντρά έντερα του γουρουνιού που αφού τα έπλεναν καλά τα γέμιζαν με σιτάρι, σταφίδες, μυρωδικά και μπαχαρικά.
Άλλος νόστιμος μεζές ήταν τα ποδομούτσουνα. Αφού καθάριζαν καλά τα πόδια και το κεφάλι τα κομμάτιαζαν, τα έβραζαν,τα ξεκοκάλιζαν, εκτός των ποδιών, τα έκοβαν σε μπουκιές και τα ξαναέβραζαν με σκόρδο,ξύδι, αλάτι και πιπέρι. Έτσι το βραστό έπηζε, όταν κρύωνε. Γι’αυτό ονομάστηκε πηχτή.
Ακόμα έφτιαχναν και τα λουκάνικα. Όλα τα παραπάνω γίνονταν πριν την Τσικνοπέμπτη.
Μια εβδομάδα πριν από την Τσικνοπέμπτη, με το άνοιγμα του Τριωδίου ξεκινούσε η διαδικασία της σφαγής των γουρουνιών, τα χοιροσφάγια. Γι’αυτό η εβδομάδα αυτή και σφαγαριά ονομαζόταν.
Στα παλιά εκείνα τα χρόνια, κάθε σπίτι έτρεφε για ένα χρόνο το γουρουνόπουλό του. Ένα καλό γουρούνι για «χοιροσφαγή» έφτανε τις 100 με 150 κιλά. Όλο το χρόνο ταϊζόταν με καλαμπόκι, πίτουρα, άγρια αχλάδια, βελανίδια και αποφάγια του σπιτιού (παμφάγο).
Το σφάξιμο του γουρουνιού ήταν γιορτή για όλο το χωριό.
Αφού το έψηναν ο πρώτος μεζές στα κάρβουνα ηταν ο «καρούτσαφλος», (ο λάρυγγας, το καρύδι δηλ. του χοιρινού) συνοδευόμενος από κρασί, και τα «χρόνια πολλά». Από δω, ίσως βγήκε, και η παροιμιακή φράση «θα σου φάω τον καρούτσαφλο ή το λαρύγγι».
Οι γυναίκες ετοίμαζαν και το συκώτι του γουρουνιού με ψιλοκομμένο κρεμμύδι, έναν πολύ νόστιμο μεζέ, αλλά και την «οματιά».
Η οματιά ήταν τα χοντρά έντερα του γουρουνιού που αφού τα έπλεναν καλά τα γέμιζαν με σιτάρι, σταφίδες, μυρωδικά και μπαχαρικά.
Άλλος νόστιμος μεζές ήταν τα ποδομούτσουνα. Αφού καθάριζαν καλά τα πόδια και το κεφάλι τα κομμάτιαζαν, τα έβραζαν,τα ξεκοκάλιζαν, εκτός των ποδιών, τα έκοβαν σε μπουκιές και τα ξαναέβραζαν με σκόρδο,ξύδι, αλάτι και πιπέρι. Έτσι το βραστό έπηζε, όταν κρύωνε. Γι’αυτό ονομάστηκε πηχτή.
Ακόμα έφτιαχναν και τα λουκάνικα. Όλα τα παραπάνω γίνονταν πριν την Τσικνοπέμπτη.
ΤΣΙΚΝΟΠΕΦΤΗ ΦΤΙΑΧΝΑΝ ΤΟ ΠΑΣΤΟ
«Τσικνοπέφτη» ήταν η μέρα που ετοίμαζαν το «παστό». Έβραζαν το λίπος με λίγο νερό. Το σούρωναν στη συνέχεια και το φύλαγαν σε δοχεία (πήλινα). Χρησιμοποιούνταν ως άρτυμα για όλη τη χρονιά.
Σε καζάνι έβραζαν το κρέας με λίγο κρασί για να βγάλει λίπος, που με αυτό έβραζε. Έριχναν τα μπαχαρικά για νοστιμάδα και τα λουκάνικα, αφού τα καθάριζαν από την καπνιά. Πρόσεχαν μη «τσικνιστούν» γιατί θα χάλαγε όλο το «παστό».
«Τσικνοπέφτη» ήταν η μέρα που ετοίμαζαν το «παστό». Έβραζαν το λίπος με λίγο νερό. Το σούρωναν στη συνέχεια και το φύλαγαν σε δοχεία (πήλινα). Χρησιμοποιούνταν ως άρτυμα για όλη τη χρονιά.
Σε καζάνι έβραζαν το κρέας με λίγο κρασί για να βγάλει λίπος, που με αυτό έβραζε. Έριχναν τα μπαχαρικά για νοστιμάδα και τα λουκάνικα, αφού τα καθάριζαν από την καπνιά. Πρόσεχαν μη «τσικνιστούν» γιατί θα χάλαγε όλο το «παστό».
ΑΠΟΚΡΙΕΣ- ΜΕΤΑΜΦΙΕΣΕΙΣ
Κύριο χαρακτηριστικό της Αποκριάς είναι οι μεταμφιέσεις, οι «μουτσούνες»,σπάνια με μάσκα, περισσότερο με μουντζούρα από τον πάτο του καζανιού.
Οι «μπούλες»: οι άντρες ντύνονταν γυναίκες και οι γυναίκες άντρες, έφτιαχναν τις συντροφιές τους και γύριζαν σ’όλο το χωριό από σπίτι σε σπίτι. Αναπαρίσταναν ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς, γιατρούς με τα γιατροσόφια τους, γέρους και γριές, με μπαστούνια και κουδούνια, αρκουδιάρηδες με κρεμασμένες κουδούνες στη μέση του, για να γίνεται θόρυβος κ.ά. Τους δέχονταν, τους κερνούσαν, αντάλλασσαν αστεία και προσπαθούσαν με χαρούμενο τρόπο να τους κάνουν να φανερώσουν το πρόσωπό τους, την ταυτότητά τους.
Ένα από τα βασικά θέματα της Αποκριάς ήταν η αναπαράσταση του γάμου. Γίνονταν γάμοι ανάμεσα στα χωριά. Ο γαμπρός με το άλογο κι από κοντά ο κουμπάρος και γύρω οι συμπέθεροι. Συναντιόνταν με τη νύφη και γινόταν τρικούβερτο γλέντι. Ο επικεφαλής, ο σταχτιάρης, κράταγε σακούλι με στάχτη για να ρίχνει σ’αυτούς που ήθελαν να εμποδίσουν το γάμο.
Κύριο χαρακτηριστικό της Αποκριάς είναι οι μεταμφιέσεις, οι «μουτσούνες»,σπάνια με μάσκα, περισσότερο με μουντζούρα από τον πάτο του καζανιού.
Οι «μπούλες»: οι άντρες ντύνονταν γυναίκες και οι γυναίκες άντρες, έφτιαχναν τις συντροφιές τους και γύριζαν σ’όλο το χωριό από σπίτι σε σπίτι. Αναπαρίσταναν ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς, γιατρούς με τα γιατροσόφια τους, γέρους και γριές, με μπαστούνια και κουδούνια, αρκουδιάρηδες με κρεμασμένες κουδούνες στη μέση του, για να γίνεται θόρυβος κ.ά. Τους δέχονταν, τους κερνούσαν, αντάλλασσαν αστεία και προσπαθούσαν με χαρούμενο τρόπο να τους κάνουν να φανερώσουν το πρόσωπό τους, την ταυτότητά τους.
Ένα από τα βασικά θέματα της Αποκριάς ήταν η αναπαράσταση του γάμου. Γίνονταν γάμοι ανάμεσα στα χωριά. Ο γαμπρός με το άλογο κι από κοντά ο κουμπάρος και γύρω οι συμπέθεροι. Συναντιόνταν με τη νύφη και γινόταν τρικούβερτο γλέντι. Ο επικεφαλής, ο σταχτιάρης, κράταγε σακούλι με στάχτη για να ρίχνει σ’αυτούς που ήθελαν να εμποδίσουν το γάμο.
ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΑΠΟΚΡΙΑΤΙΚΑ
Κατά τη διάρκεια των απόκρεω οργανώνονταν και διάφορα παιγνίδια ,όπως αυτό που παιζόταν από δύο ομάδες δεμένες η καθεμία σε σχοινί.
Τραβούσε η κάθε ομάδα το σχοινί. Νικήτρια ήταν η ομάδα που έσυρε στο δικό της μέρος την αντίπαλη ομάδα.
Αλλού έριχναν πέτρες σημαδεύοντας ένα στόχο που είχαν ορίσει από πριν.
Επίσης , οργανώνονταν και γαϊδουροδρομίες για να βγάλουν το νικητή γάιδαρο.
Στο Γαλαξίδι οι κάτοικοι αλευρώνονται μεταξύ τους. Αλλού ρίχνει ο ένας στον άλλο γιαούρτια ή μουντζουρώνονται.
Το γαϊτανάκι ήταν ακόμα ένα παιχνίδι στη διάρκεια της Αποκριάς. Ένα ψηλό ξύλο, με δεμένες πολύχρωμες κορδέλες. Κάθε κορδέλα κρατούσε και ένας χορευτής ντυμένος με παραδοσιακή στολή. Χόρευαν γύρω από το γαϊτανάκι.
Κατά τη διάρκεια των απόκρεω οργανώνονταν και διάφορα παιγνίδια ,όπως αυτό που παιζόταν από δύο ομάδες δεμένες η καθεμία σε σχοινί.
Τραβούσε η κάθε ομάδα το σχοινί. Νικήτρια ήταν η ομάδα που έσυρε στο δικό της μέρος την αντίπαλη ομάδα.
Αλλού έριχναν πέτρες σημαδεύοντας ένα στόχο που είχαν ορίσει από πριν.
Επίσης , οργανώνονταν και γαϊδουροδρομίες για να βγάλουν το νικητή γάιδαρο.
Στο Γαλαξίδι οι κάτοικοι αλευρώνονται μεταξύ τους. Αλλού ρίχνει ο ένας στον άλλο γιαούρτια ή μουντζουρώνονται.
Το γαϊτανάκι ήταν ακόμα ένα παιχνίδι στη διάρκεια της Αποκριάς. Ένα ψηλό ξύλο, με δεμένες πολύχρωμες κορδέλες. Κάθε κορδέλα κρατούσε και ένας χορευτής ντυμένος με παραδοσιακή στολή. Χόρευαν γύρω από το γαϊτανάκι.
ΕΘΙΜΑ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ
Μετά την Κρεατινή εβδομάδα ακολουθεί η Τυρινή Εβδομάδα.
Ιδιαίτερη η προετοιμασία του φαγητού για την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς. Την εβδομάδα αυτή εξαφανίζονταν από το σπίτι όλα τα κρεατικά. Οι νοικοκυρές ετοίμαζαν ΜΟΝΟ γαλακτερά φαγητά και γλυκίσματα για να κεράσουν τις μπούλες και τους φίλους.
Έμφαση σε όλα δινόταν την τελευταία Κυριακή, την Κυριακή της Τυρινής. Οι χωριανοί πήγαιναν το πρωί στην εκκλησία, ενώ το μεσημέρι το τραπέζι περιελάμβανε μπακαλιάρο με σκορδαλιά (ο μπακαλιάρος λεγόταν ότι ήταν το φαϊ των φτωχών). Σαν γλύκισμα έδιναν γαλατόπιτα (γαλακτομπούρεκο). Το βράδυ ετοίμαζαν μακαρόνια με μπόλικη μυζήθρα μαζί με τηγανητό μπακαλιάρο και κρασί.
Το πρώτο μακαρόνι τα κορίτσια το έβαζαν, χωρίς να το δει κανείς, κάτω από το μαξιλάρι τους για να δουν ποιόν θα παντρευτούν.
Το γλέντι τέλειωνε με το ψήσιμο των αυγών στη θράκα ή στη χόβολη, ένα για τον καθένα του σπιτιού. Μερικά ίδρωναν και άλλα έσπαγαν. Σε όποιον ίδρωνε το αυγό του, τον έλεγαν «τεμπέλη», ενώ σε αυτόν που του έσκαγε σήμαινε ότι ήταν οι εχθροί του «που έσκασαν από το κακό τους».
Τα τσόφλια τα πετούσαν στη φωτιά. Καθώς έσκαγαν έλεγαν: «έτσι να σκάσουν και οι εχθροί μας».
Αλλού, κρεμούσαν το δεμένο, βρασμένο αυγό από το ταβάνι και ο πατέρας το κουνούσε στα ανοιχτά στόματα των παιδιών για να το πιάσουν. Ήταν τυχερός αυτός που το έπιανε.
Μετά την Κρεατινή εβδομάδα ακολουθεί η Τυρινή Εβδομάδα.
Ιδιαίτερη η προετοιμασία του φαγητού για την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς. Την εβδομάδα αυτή εξαφανίζονταν από το σπίτι όλα τα κρεατικά. Οι νοικοκυρές ετοίμαζαν ΜΟΝΟ γαλακτερά φαγητά και γλυκίσματα για να κεράσουν τις μπούλες και τους φίλους.
Έμφαση σε όλα δινόταν την τελευταία Κυριακή, την Κυριακή της Τυρινής. Οι χωριανοί πήγαιναν το πρωί στην εκκλησία, ενώ το μεσημέρι το τραπέζι περιελάμβανε μπακαλιάρο με σκορδαλιά (ο μπακαλιάρος λεγόταν ότι ήταν το φαϊ των φτωχών). Σαν γλύκισμα έδιναν γαλατόπιτα (γαλακτομπούρεκο). Το βράδυ ετοίμαζαν μακαρόνια με μπόλικη μυζήθρα μαζί με τηγανητό μπακαλιάρο και κρασί.
Το πρώτο μακαρόνι τα κορίτσια το έβαζαν, χωρίς να το δει κανείς, κάτω από το μαξιλάρι τους για να δουν ποιόν θα παντρευτούν.
Το γλέντι τέλειωνε με το ψήσιμο των αυγών στη θράκα ή στη χόβολη, ένα για τον καθένα του σπιτιού. Μερικά ίδρωναν και άλλα έσπαγαν. Σε όποιον ίδρωνε το αυγό του, τον έλεγαν «τεμπέλη», ενώ σε αυτόν που του έσκαγε σήμαινε ότι ήταν οι εχθροί του «που έσκασαν από το κακό τους».
Τα τσόφλια τα πετούσαν στη φωτιά. Καθώς έσκαγαν έλεγαν: «έτσι να σκάσουν και οι εχθροί μας».
Αλλού, κρεμούσαν το δεμένο, βρασμένο αυγό από το ταβάνι και ο πατέρας το κουνούσε στα ανοιχτά στόματα των παιδιών για να το πιάσουν. Ήταν τυχερός αυτός που το έπιανε.
ΚΑΘΑΡΑ ΔΕΥΤΕΡΑ
Η Καθαρά Δευτέρα είναι το τέλος της Αποκριάς και η πρώτη μέρα της Σαρακοστής. Γιορτάζεται στην εξοχή με νηστίσιμα φαγητά, όπως λαγάνα (άζυμο ψωμί), κρεμμύδια , σκόρδα, ταραμάς,ελιές, κ.ά)
Αν οι κοπέλες με το μακαρόνι της Τυρινής δεν έβλεπαν στον ύπνο τους ποιόν θα παντρευτούν, τότε την Καθαρά Δευτέρα έτρωγαν αρμυροκουλούρα (πολύ αλατισμένο ψωμί) και δεν έπιναν καθόλου νερό, για να πάει στο όνειρό τους αυτός που ήθελαν να παντρευτούν και να τους δώσει νερό να ξεδιψάσουν.
Γι’αυτό και σήμερα όταν κάποιος διψάει πάρα πολύ του λέμε: «την αρμυροκουλούρα έφαγες;»
Το πέταγμα του χαρταετού ήταν ανάμεσα στα έθιμα. Τους χαρταετούς παλιά τους έφτιαχναν μόνοι τους από καλάμια και χαρτί. Ήθελε όμως μαστοριά στο ζύγισμα για να σηκωθεί ο χαρταετός πολύ ψηλά.
Η Καθαρά Δευτέρα είναι το τέλος της Αποκριάς και η πρώτη μέρα της Σαρακοστής. Γιορτάζεται στην εξοχή με νηστίσιμα φαγητά, όπως λαγάνα (άζυμο ψωμί), κρεμμύδια , σκόρδα, ταραμάς,ελιές, κ.ά)
Αν οι κοπέλες με το μακαρόνι της Τυρινής δεν έβλεπαν στον ύπνο τους ποιόν θα παντρευτούν, τότε την Καθαρά Δευτέρα έτρωγαν αρμυροκουλούρα (πολύ αλατισμένο ψωμί) και δεν έπιναν καθόλου νερό, για να πάει στο όνειρό τους αυτός που ήθελαν να παντρευτούν και να τους δώσει νερό να ξεδιψάσουν.
Γι’αυτό και σήμερα όταν κάποιος διψάει πάρα πολύ του λέμε: «την αρμυροκουλούρα έφαγες;»
Το πέταγμα του χαρταετού ήταν ανάμεσα στα έθιμα. Τους χαρταετούς παλιά τους έφτιαχναν μόνοι τους από καλάμια και χαρτί. Ήθελε όμως μαστοριά στο ζύγισμα για να σηκωθεί ο χαρταετός πολύ ψηλά.